- κουρδίζομαι
- κουρδίζομαι και κουρντίζομαι, κουρδίστηκα και κουρντίστηκα, κουρδισμένος και κουρντισμένος βλ. πίν. 34
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
κουρντίζομαι — κουρδίζομαι και κουρντίζομαι, κουρδίστηκα και κουρντίστηκα, κουρδισμένος και κουρντισμένος βλ. πίν. 34 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
παρανευρίζομαι — Α (για όργανο ή χορδή) κουρδίζομαι άσχημα («φωνή... ὁμοία φαινομένη ταῑς παρανενευρισμέναις καὶ τραχείαις χορδαῑς», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + νευρά «χορδή» + κατάλ. ίζω] … Dictionary of Greek